26.3.10

50. Ο ρόζ ήχος του ρόζ κουδουνιού



Η κοτόσουπα που ετοίμασε για βραδινό η κυρα Μαριγούλα της έπεσε σαν βαρίδι στο στομάχι.
Ίσως να έφταιγαν οι κόκκινες κορδέλλες τις οποίες ούτε που μπήκε στον κόπο να βγάλει απο τα αριστερά πόδια των δύο κοτών, ίσως όμως να έφταιγε και η λαιμαργία της. Αμάσητες τις κατέβαζε τις λιπαρές αλλα και τριχωτές πέτσες ( η γριά κότα έχει το ζουμί και όχι τις πέτσες).
Η ώρα κυλούσε βασανιστικά για τη γριά Μαριγούλα. Έβαλε να βράσει μερικά βοτάνια απο αυτα που της είχε φέρει ο Βάγγος την τελευταία φορά που είχε κατέβει στο χωριό. Γιατι ο Βάγγος μπορεί να είχε καβαλήσει ελαφρώς το καλάμι και να ήταν στην κοσμάρα του απο τότε που άνοιξε το Μεντιτέησον Σέντερ στην ψηλότερη κορφή της αγαμίας, αλλα σε κάτι τέτοια ηταν σπαθί. Όλα κι όλα. Ποτέ μα ποτέ δεν κατέβαινε με άδεια χέρια. Μάζευε απο κει πάνου τα σπανιότερα βοτάνια και τα έφερνε κάτου σε όλες τις Πικραμένες. Το πιο συνηθισμένο-που το ζητούσαν όλες, ήταν το γνωστό γαμοβότανο. Είχε μαζέψει τόνους γαμοβότανο ο Βάγγος για τα μάτια της Κόρης....
Το πρόβλημα της κυρα Μαριγούλας όμως ούτε με τα βοτάνια δεν λύθηκε. 'Επρεπε κατι να κάνει αλλιώς δε θα την έβγαζε καθαρή, θα πήγαινε κι αυτη αδικοχαμένη όπως οι κότες της.
Και αφού κατάλαβε οτι δεν είχε αλλη επιλογή-το φαρμακείο δεν διανυκτέρευε σήμερα- έριξε κάτι απάνου της και πήρε το δρόμο για τη ρόζ βιλα της Μάνθας.
Δεν ήταν κοντα, είχε αρκετο δρόμο μπροστά της.
Λίγη ώρα μετά ο ροζ ήχος του κουδουνιού της ρόζ βίλας ήταν η αιτία που αναστάτωσε τις τέσσερις αχώριστες? φίλενάδες.

No comments:

Post a Comment